Μια που έχω μάτια μια που αναπνέω
Όταν υπάρχουνε τα φύλλα και φυσάει
Όταν ζεσταίνω ότι παγώνει
Και αγναντεύω το επόμενο νησί
Κι έχω στη τσέπη χρυσά κομμάτια
Όσες περάσαν από πίσω μου εικόνες
Κι όλα τα λόγια που μ' ομορφύνουν
Όσες φορές ήρθε με χάιδεψε η σιωπή
Γι αυτό ζητάω ότι υπάρχει
Και τρεμοσβήνει κι απ' το πιο αθώο βλέμμα
Γι αυτό ζητάω ότι πονάει
Και λυσσασμένο μες' τα βάθη μου γυρνά
Γιατί το ξέρω πίσω απ' την σκόνη
Στέκονται γίγαντες που ορίζουν την σιωπή τους
Βουτάν στο μάτι κάθε χειμώνα
Και περισσεύουνε για όπου χρειαστεί
Μια που έχω μάτια μια που αναπνέω
Όταν υπάρχουν το φεγγάρι κι η σκιά σου
Σαν αγκαλιάζω κάθε αγκάθι
Γδέρνω την άκρη απ' το όνειρο κι αργείς
Κι έχω σχεδία, έχω πανί μου
Όσα σκοτάδια μου τα φώτισε η αλήθεια
Κι όσους φιλήσαν νεκρούς θεούς τους
Κι ύστερα κάνουνε την πρώτη προσευχή
Γι αυτό ζητάω ότι υπάρχει
Και ανατριχιάζει πριν σκεφτώ να το αγγίξω
Γι αυτό ζητάω ότι πονάει
Στο άδειο χέρι ένα άλλο χέρι να σβηστεί
Γιατί το ξέρω πίσω απ' την σκόνη
Χάνετε ο ήλιος ξημερώνει πάντα βράδυ
Σπάζουνε όλα μισά κομμάτια
Σβήνει το χνώτο τους και έχουν ξεχαστεί
Όταν υπάρχουνε τα φύλλα και φυσάει
Όταν ζεσταίνω ότι παγώνει
Και αγναντεύω το επόμενο νησί
Κι έχω στη τσέπη χρυσά κομμάτια
Όσες περάσαν από πίσω μου εικόνες
Κι όλα τα λόγια που μ' ομορφύνουν
Όσες φορές ήρθε με χάιδεψε η σιωπή
Γι αυτό ζητάω ότι υπάρχει
Και τρεμοσβήνει κι απ' το πιο αθώο βλέμμα
Γι αυτό ζητάω ότι πονάει
Και λυσσασμένο μες' τα βάθη μου γυρνά
Γιατί το ξέρω πίσω απ' την σκόνη
Στέκονται γίγαντες που ορίζουν την σιωπή τους
Βουτάν στο μάτι κάθε χειμώνα
Και περισσεύουνε για όπου χρειαστεί
Μια που έχω μάτια μια που αναπνέω
Όταν υπάρχουν το φεγγάρι κι η σκιά σου
Σαν αγκαλιάζω κάθε αγκάθι
Γδέρνω την άκρη απ' το όνειρο κι αργείς
Κι έχω σχεδία, έχω πανί μου
Όσα σκοτάδια μου τα φώτισε η αλήθεια
Κι όσους φιλήσαν νεκρούς θεούς τους
Κι ύστερα κάνουνε την πρώτη προσευχή
Γι αυτό ζητάω ότι υπάρχει
Και ανατριχιάζει πριν σκεφτώ να το αγγίξω
Γι αυτό ζητάω ότι πονάει
Στο άδειο χέρι ένα άλλο χέρι να σβηστεί
Γιατί το ξέρω πίσω απ' την σκόνη
Χάνετε ο ήλιος ξημερώνει πάντα βράδυ
Σπάζουνε όλα μισά κομμάτια
Σβήνει το χνώτο τους και έχουν ξεχαστεί