Σαν ηφαίστειο που ξυπνά
και φτύνει τόνους μάγμα
στέλνει φωτιά στα πεδινά
κι όλοι κοιτάν το θαύμα
Η Γη ταράζεται, σκίζεται, σπάει από την έκρηξη του
Πουλιά και ζώα φεύγουν για να μη δουν την οργή του
Δηλητήριο αναδύεται από το κορμί του θηρίου
γεμίζει η ατμόσφαιρα με οξείδια άνθρακα και θειου
και ο κρατήρας που κοιμόταν χρόνια
κάτω από χιονιά
κρύβει με μαύρο καπνό τον ουρανό, φράζει πνευμονία
λαβα προβάλει
κυλάει σαν πύρινο κανάλι
σημάδι πως ο Γίγας ξύπνησε πάλι
κρύβει τον ήλιο με ένα σύννεφο από τέφρα και αιθάλη
αναμειγνύει σιδερό με κάρβουνο, φτιάχνει ατσάλι
καθώς η λαβα πετιέται σε μεγαλύτερα υψόμετρα
παγώνει
σχηματίζει κρυσταλλωμένα πετρώματα
Σα βροχή από μέταλλο
πέφτει σε κτίρια και ανθρώπινα σώματα
και οι πόλεις των θνητών γεμίζουν πτώματα
φωτιά τυλίγει τα δέντρα από τις ρίζες ως τις άκρες
σκίζει σάρκες
πυροδοτεί παλιές θαμμένες νάρκες
αφήνει μόνο στάχτες, από τον θνητό πολιτισμό
εξαγνίζει σε βρασμό
κάθε ιστό από τον ανθρώπινο οργανισμό
τον καίει για τελικό εξαγνισμό
η λαβα αναλαμβάνει την τελευταία πράξη του δράματος
δίνει στον θρίαμβο της μορφή αγάλματος
αφήνει ένα μνημείο σε πείσμα του χρόνου
μουσείο πόνου
με μορφές που υποφέρουν από εγκαύματα
ή έλλειψη οξυγόνου
κάποιοι από λάθος τους
κοίταξαν την λαβα και τυφλώθηκαν για το θράσος τους
σύρθηκαν τυφλοί στον πέτρινο τάφο τους
κάποιοι πέτρωσαν τρέχοντας
άλλοι κλαίγοντας
μείναν αγάλματα
να θυμίζουν πως ζει ακόμα ο Ατσάλινος Δαίμονας
Χωμένος μέσα στην αρένα από τους πρώτους
έρχομαι κατά πάνω σου
από τα βάθη του ερεβώδους σκότους
προκαλώντας λάμψεις και κρότους
αναζητώντας τόπους παρθένους
να ρίξω μέσα τους το σπέρμα του Μένους
και φτύνει τόνους μάγμα
στέλνει φωτιά στα πεδινά
κι όλοι κοιτάν το θαύμα
Η Γη ταράζεται, σκίζεται, σπάει από την έκρηξη του
Πουλιά και ζώα φεύγουν για να μη δουν την οργή του
Δηλητήριο αναδύεται από το κορμί του θηρίου
γεμίζει η ατμόσφαιρα με οξείδια άνθρακα και θειου
και ο κρατήρας που κοιμόταν χρόνια
κάτω από χιονιά
κρύβει με μαύρο καπνό τον ουρανό, φράζει πνευμονία
λαβα προβάλει
κυλάει σαν πύρινο κανάλι
σημάδι πως ο Γίγας ξύπνησε πάλι
κρύβει τον ήλιο με ένα σύννεφο από τέφρα και αιθάλη
αναμειγνύει σιδερό με κάρβουνο, φτιάχνει ατσάλι
καθώς η λαβα πετιέται σε μεγαλύτερα υψόμετρα
παγώνει
σχηματίζει κρυσταλλωμένα πετρώματα
Σα βροχή από μέταλλο
πέφτει σε κτίρια και ανθρώπινα σώματα
και οι πόλεις των θνητών γεμίζουν πτώματα
φωτιά τυλίγει τα δέντρα από τις ρίζες ως τις άκρες
σκίζει σάρκες
πυροδοτεί παλιές θαμμένες νάρκες
αφήνει μόνο στάχτες, από τον θνητό πολιτισμό
εξαγνίζει σε βρασμό
κάθε ιστό από τον ανθρώπινο οργανισμό
τον καίει για τελικό εξαγνισμό
η λαβα αναλαμβάνει την τελευταία πράξη του δράματος
δίνει στον θρίαμβο της μορφή αγάλματος
αφήνει ένα μνημείο σε πείσμα του χρόνου
μουσείο πόνου
με μορφές που υποφέρουν από εγκαύματα
ή έλλειψη οξυγόνου
κάποιοι από λάθος τους
κοίταξαν την λαβα και τυφλώθηκαν για το θράσος τους
σύρθηκαν τυφλοί στον πέτρινο τάφο τους
κάποιοι πέτρωσαν τρέχοντας
άλλοι κλαίγοντας
μείναν αγάλματα
να θυμίζουν πως ζει ακόμα ο Ατσάλινος Δαίμονας
Χωμένος μέσα στην αρένα από τους πρώτους
έρχομαι κατά πάνω σου
από τα βάθη του ερεβώδους σκότους
προκαλώντας λάμψεις και κρότους
αναζητώντας τόπους παρθένους
να ρίξω μέσα τους το σπέρμα του Μένους