[παραγωγή: Β.D.Foxmoor, στίχοι - παρουσίαση: Sadahzinia, βιολί: Οliver Wilson-d***son, ηχοληψία: Adam Fuest (Twinpeaks Studio)]
Θα περιμένω ήλιε να φανείς, μετά απ' τη βροχή.
Θα περιμένω φίλε - μην αργείς - αγκάλιασε τη γη.
Έλα και φέρε χρώματα πολλά, πάρε μακριά το γκρίζο
κι αν θα μυρίσω αρώματα παλιά, το αύριο σου χαρίζω.
Στέκομαι ώρα εδώ, πάνω σ' απείραχτο κομμάτι?
βρεμένο χώμα γύρω από στεγνό μονοπάτι.
Βαριά η πλάτη απ' τις ψιχάλες και τα λάθη.
Τι σπατάλη! μια ζωή μέχρι να μάθει!
Ρώτα τη γη που έχει λουφάξει στη συννεφιά,
στην αγκαλιά της κρυμμένα έχει αιώνια στοιχειά.
Όμως, στην άκρη αυτή που ξέχασε κι η γη κι η βροχή,
ώρα καλή στερνή μου θλίψη και πρώτη ευχή.
Πάρε ξωπίσω τούτο 'δω το στεγνό μονοπάτι
κι όταν θα βρεις στα ψηλά τ' ουρανού το δραγάτη,
πες του να 'ρθει θα περιμένω να βιαστεί
- θα είμαι εδώ - να φέρει χρώμα χρυσαφί,
να φέρει εικόνες αυγινές και πρωινή δροσιά?
αν δε προφτάσει, θα φύγει η μέρα - μέρα φτωχιά.
Κρατάω μια ανάσα για το τέλος να μεθώ,
θα περιμένω φίλε, να φανείς πριν να χαθώ.
Θα περιμένω να φανείς όλης της γης ταξιδευτή
να φέρεις χώρες και βουνά πραματευτή,
να φέρεις λόγια φτερωτά κι όνειρα ψιθυριστά,
ήχους και αρώματα και χρώματα σωστά.
Φέρε και κύματα απ' τις θάλασσες του κόσμου
κι άλλα καινούρια κι άπλωσέ τα όλα μπρος μου
κι απ' όσα φέρεις θα διαλέξω τα παλιά και καλά
και πιο πολύ σ' ευχαριστώ για τη φωτιά.
Έλα που στέκομαι εδώ, βιάσου στο ίδιο μονοπάτι,
με βλέπει η γη σα ξεγραμμένο της πελάτη.
Έλα και στάσου εκεί ψηλά και κάψε όπως θες?
η μια σου άκρη στ' αύριο, η άλλη είναι στο χθες.
Και κάπου εκεί στη μέση, εγώ, θα περιμένω να φανείς,
κόντρα στο γκρίζο, μέσα στις στάλες τις βροχής.
Κέρνα κι εμένα μια γουλιά από το φως σου?
ίσα να στάξει στη ψυχή κι ύστερα γεια σου.
Θα περιμένω ήλιε να φανείς, μετά απ' τη βροχή.
Θα περιμένω φίλε - μην αργείς - αγκάλιασε τη γη.
Έλα και φέρε χρώματα πολλά, πάρε μακριά το γκρίζο
κι αν θα μυρίσω αρώματα παλιά, το αύριο σου χαρίζω.
Στέκομαι ώρα εδώ, πάνω σ' απείραχτο κομμάτι?
βρεμένο χώμα γύρω από στεγνό μονοπάτι.
Βαριά η πλάτη απ' τις ψιχάλες και τα λάθη.
Τι σπατάλη! μια ζωή μέχρι να μάθει!
Ρώτα τη γη που έχει λουφάξει στη συννεφιά,
στην αγκαλιά της κρυμμένα έχει αιώνια στοιχειά.
Όμως, στην άκρη αυτή που ξέχασε κι η γη κι η βροχή,
ώρα καλή στερνή μου θλίψη και πρώτη ευχή.
Πάρε ξωπίσω τούτο 'δω το στεγνό μονοπάτι
κι όταν θα βρεις στα ψηλά τ' ουρανού το δραγάτη,
πες του να 'ρθει θα περιμένω να βιαστεί
- θα είμαι εδώ - να φέρει χρώμα χρυσαφί,
να φέρει εικόνες αυγινές και πρωινή δροσιά?
αν δε προφτάσει, θα φύγει η μέρα - μέρα φτωχιά.
Κρατάω μια ανάσα για το τέλος να μεθώ,
θα περιμένω φίλε, να φανείς πριν να χαθώ.
Θα περιμένω να φανείς όλης της γης ταξιδευτή
να φέρεις χώρες και βουνά πραματευτή,
να φέρεις λόγια φτερωτά κι όνειρα ψιθυριστά,
ήχους και αρώματα και χρώματα σωστά.
Φέρε και κύματα απ' τις θάλασσες του κόσμου
κι άλλα καινούρια κι άπλωσέ τα όλα μπρος μου
κι απ' όσα φέρεις θα διαλέξω τα παλιά και καλά
και πιο πολύ σ' ευχαριστώ για τη φωτιά.
Έλα που στέκομαι εδώ, βιάσου στο ίδιο μονοπάτι,
με βλέπει η γη σα ξεγραμμένο της πελάτη.
Έλα και στάσου εκεί ψηλά και κάψε όπως θες?
η μια σου άκρη στ' αύριο, η άλλη είναι στο χθες.
Και κάπου εκεί στη μέση, εγώ, θα περιμένω να φανείς,
κόντρα στο γκρίζο, μέσα στις στάλες τις βροχής.
Κέρνα κι εμένα μια γουλιά από το φως σου?
ίσα να στάξει στη ψυχή κι ύστερα γεια σου.