Η μικρούλα Βίκυ πάντα έτρωγε φρίκη, σαν έμενε μοναχή...
Φοβόταν τους καθρέφτες, τα είδωλα, οι ψεύτες...
της στήσανε μια φυλακή...
Το ντύσιμο στη τρίχα, τα λούσα κια τα σπίτια,
οι γόβες της μικροί θεοί...
Μα το μυαλό στη ψύξη, καλύτερα ειναι έτσι...
που να το κουβαλάς μαζί!!!
Θα βρω, θα βρω, θα βρώ, εκείνο που ζητώ...
Μπορώ, μπορώ, μπορώ, απ'τη στάχτη μου να γενηθώ!!!
Είχε και τον δικό της, να στέκει στο πλευρό της...
μα δε του ήταν αρκετή!!!
Το έβρισκε αστείο, να σκέφτεται για δυο...
και να κρατάει επαφή!!!
Οι δυο τους ενωθήκαν και αιώνια ορκιστήκαν ...
πως θα κρατήσουν το χορό...
Λατρεύαν ότι αστράφτει, πηγαίνανε σε πάρτυ...
μιλούσανε για το καιρό!!!
Θα βρώ, θα βρω, θα βρω, την άκρη που ζητώ...
Μπορώ, μπορώ, μπορώ, απ'τη στάχτη μου να γεννηθώ!!!
Θα βρω, θα βρω, θα βρω, εκέινο που ζητώ...
Μπορώ, μπορώ, μπορώ, απ'τη στάχτη μου να γεννηθώ!!!
Ο χρόνος τους κυλούσε, η Βίκυ όμως γελούσε...
όταν αυτός είχε δουλειά!!!
Γιαυτό μια μέρα τούπε, μωρό μου θα σ'αφήσω...
για νάβρω μια ζεστή καρδιά!!!
Θα βρώ, θα βρω, θα βρω, την άκρη που ζητώ...
Μπορώ, μπορώ, μπορώ, απ'τη στάχτη μου να γεννηθώ!!!
Η μικρούλα Βίκυ πάντα έτρωγε φρίκη, σαν έμενε μοναχή...
Φοβόταν τους καθρέφτες, τα είδωλα, οι ψεύτες...
της στήσανε μια φυλακή....
Φοβόταν τους καθρέφτες, τα είδωλα, οι ψεύτες...
της στήσανε μια φυλακή...
Το ντύσιμο στη τρίχα, τα λούσα κια τα σπίτια,
οι γόβες της μικροί θεοί...
Μα το μυαλό στη ψύξη, καλύτερα ειναι έτσι...
που να το κουβαλάς μαζί!!!
Θα βρω, θα βρω, θα βρώ, εκείνο που ζητώ...
Μπορώ, μπορώ, μπορώ, απ'τη στάχτη μου να γενηθώ!!!
Είχε και τον δικό της, να στέκει στο πλευρό της...
μα δε του ήταν αρκετή!!!
Το έβρισκε αστείο, να σκέφτεται για δυο...
και να κρατάει επαφή!!!
Οι δυο τους ενωθήκαν και αιώνια ορκιστήκαν ...
πως θα κρατήσουν το χορό...
Λατρεύαν ότι αστράφτει, πηγαίνανε σε πάρτυ...
μιλούσανε για το καιρό!!!
Θα βρώ, θα βρω, θα βρω, την άκρη που ζητώ...
Μπορώ, μπορώ, μπορώ, απ'τη στάχτη μου να γεννηθώ!!!
Θα βρω, θα βρω, θα βρω, εκέινο που ζητώ...
Μπορώ, μπορώ, μπορώ, απ'τη στάχτη μου να γεννηθώ!!!
Ο χρόνος τους κυλούσε, η Βίκυ όμως γελούσε...
όταν αυτός είχε δουλειά!!!
Γιαυτό μια μέρα τούπε, μωρό μου θα σ'αφήσω...
για νάβρω μια ζεστή καρδιά!!!
Θα βρώ, θα βρω, θα βρω, την άκρη που ζητώ...
Μπορώ, μπορώ, μπορώ, απ'τη στάχτη μου να γεννηθώ!!!
Η μικρούλα Βίκυ πάντα έτρωγε φρίκη, σαν έμενε μοναχή...
Φοβόταν τους καθρέφτες, τα είδωλα, οι ψεύτες...
της στήσανε μια φυλακή....