Γράφω σε κίτρινο χαρτί, μοιάζει η μουτζούρα γιορτή
Βιάζομαι τόσα να πω γιατί ως το Μάη μπορεί
να μου 'χεις κλέψει τη μιλιά και δε μπορώ ποτέ ξανά
να έχω μέσα στην κοιλιά μια πεταλούδα με φτερά.
που μου χτυπάει να βγει μα την κρατάω εκεί,
ώσπου ν' ανοίξει ο καιρός ήλιε μου βάλε φωνή.
Γιατί έχω μάλλον χαζέψει έχω μάλλον χαθεί
λίγο πιο πάνω απ' τη γη πατάω κι έχω βουβαθεί.
Μονάχα ψίθυροι φτάνουν στ' αυτιά μου από τον κόσμο
Εδώ και μήνες σκάβω μ' όλο το κορμί μου δρόμο
ξεσυντονίζομαι και κάνω στα όνειρα χώρο
να φέρει τούμπα τα πάντα το μαγιάτικο δώρο.
Αχνίζει όλη η ψυχή μου και την ανάσα κρατώ
σα μια μπουκιά στο στόμα και δε μπορώ ν' αφεθώ.
Γιατί δεν είμαι μόνη έχω δυο μάτια ακόμη
μια καρδιά μικρούλα, δάχτυλα πολλά και γνώμη
δεύτερη, μα επιτέλους νιώθω λεύτερη.
Σταυροπόδι κάθομαι να με φυσάνε οι ζέφυροι
στο χώμα απάνω απλώνω ρίζες για να τις τρέφω
στήνω αυτί και το τραγούδι μου σου γνέφω.
Το 'χω τάμα τελικά να κυνηγάω το Μάη
Να ξεφυτρώνω τα όμορφα σα τα λουλούδια
μ' ένα χειμώνα θέλω να φιλιώσω που θα μου πάει
θα τον πλέξω σα τα δύσκολα τραγούδια.
Θα γίνω μάνα πες της άνοιξης τον κύρη
να ξεστρώσει το δρόμο απ' τα βάγια,
να απλώσει γύρη περιμένω μουσαφίρη,
το πιο μαγιάτικο τραγούδι μου, τη Μάγια.
Ό,τι κι αν γράψω στο χαρτί μικρή θα κάνει τη γιορτή
Κι από τους πόνους σου θα βγάλω τα γιατί
μη σου στερήσω τη μιλιά ν' ακούσω θέλω μια φορά
απ' την κοιλιά σου της πεταλούδας τα φτερά.
Σε χαζεύω σαν κοιμάσαι που ομορφαίνεις
και απ' του ήλιου τα λημέρια με πηγαίνεις
και κάνω υπομονή κόβω για λίγο τη βροχή
πάντα σιωπαίνω σαν καμώνεται αρχή.
Θέλω να κόψω τις φωνές από τον κόσμο
να σου μαζέψω λίγο γιασεμί και δυόσμο
τις μυρωδιές αυτές παρέα να 'χεις μόνο.
Να 'χεις για σένα υπηρέτη σου τον χρόνο.
Και της άνοιξης τη λέυτερη ανάσα
μάλλον σαββάτο θα την πιάσουμε στα πράσα.
Θα φέρει ήλιο γιατρευτή και τη γριά νυχτιά μαμή
και τη φωτιά απ' την κρυμμένη της ρωγμή.
Κι ύστερα, ν' απλώσεις παντού την κρυφή σου δροσιά
χαρά αξίζεις μετά απ' αυτή την περασιά
και τις πύρινες ευχές μας για το νέο μουσαφίρη
να 'ναι όπως θες, να την πιεις στο ποτήρι.
Το 'χεις τάμα τελικά να κυνηγάς το Μάη
να φέρνεις τα όμορφα σαν αγκαλιές λουλούδια
με το χειμώνα έχω φιλιώσει και μ' αγαπάει
που του γράφω θεοσκότεινα τραγούδια.
Πατέρας γίνομαι ξανά και πες στον κύρη
να μην ακούσω μιλιά ούτε και σκάγια
θέλω ησυχία για τον νέο μουσαφίρη
της άνοιξης το χνούδι μας, την Μάγια.
Βιάζομαι τόσα να πω γιατί ως το Μάη μπορεί
να μου 'χεις κλέψει τη μιλιά και δε μπορώ ποτέ ξανά
να έχω μέσα στην κοιλιά μια πεταλούδα με φτερά.
που μου χτυπάει να βγει μα την κρατάω εκεί,
ώσπου ν' ανοίξει ο καιρός ήλιε μου βάλε φωνή.
Γιατί έχω μάλλον χαζέψει έχω μάλλον χαθεί
λίγο πιο πάνω απ' τη γη πατάω κι έχω βουβαθεί.
Μονάχα ψίθυροι φτάνουν στ' αυτιά μου από τον κόσμο
Εδώ και μήνες σκάβω μ' όλο το κορμί μου δρόμο
ξεσυντονίζομαι και κάνω στα όνειρα χώρο
να φέρει τούμπα τα πάντα το μαγιάτικο δώρο.
Αχνίζει όλη η ψυχή μου και την ανάσα κρατώ
σα μια μπουκιά στο στόμα και δε μπορώ ν' αφεθώ.
Γιατί δεν είμαι μόνη έχω δυο μάτια ακόμη
μια καρδιά μικρούλα, δάχτυλα πολλά και γνώμη
δεύτερη, μα επιτέλους νιώθω λεύτερη.
Σταυροπόδι κάθομαι να με φυσάνε οι ζέφυροι
στο χώμα απάνω απλώνω ρίζες για να τις τρέφω
στήνω αυτί και το τραγούδι μου σου γνέφω.
Το 'χω τάμα τελικά να κυνηγάω το Μάη
Να ξεφυτρώνω τα όμορφα σα τα λουλούδια
μ' ένα χειμώνα θέλω να φιλιώσω που θα μου πάει
θα τον πλέξω σα τα δύσκολα τραγούδια.
Θα γίνω μάνα πες της άνοιξης τον κύρη
να ξεστρώσει το δρόμο απ' τα βάγια,
να απλώσει γύρη περιμένω μουσαφίρη,
το πιο μαγιάτικο τραγούδι μου, τη Μάγια.
Ό,τι κι αν γράψω στο χαρτί μικρή θα κάνει τη γιορτή
Κι από τους πόνους σου θα βγάλω τα γιατί
μη σου στερήσω τη μιλιά ν' ακούσω θέλω μια φορά
απ' την κοιλιά σου της πεταλούδας τα φτερά.
Σε χαζεύω σαν κοιμάσαι που ομορφαίνεις
και απ' του ήλιου τα λημέρια με πηγαίνεις
και κάνω υπομονή κόβω για λίγο τη βροχή
πάντα σιωπαίνω σαν καμώνεται αρχή.
Θέλω να κόψω τις φωνές από τον κόσμο
να σου μαζέψω λίγο γιασεμί και δυόσμο
τις μυρωδιές αυτές παρέα να 'χεις μόνο.
Να 'χεις για σένα υπηρέτη σου τον χρόνο.
Και της άνοιξης τη λέυτερη ανάσα
μάλλον σαββάτο θα την πιάσουμε στα πράσα.
Θα φέρει ήλιο γιατρευτή και τη γριά νυχτιά μαμή
και τη φωτιά απ' την κρυμμένη της ρωγμή.
Κι ύστερα, ν' απλώσεις παντού την κρυφή σου δροσιά
χαρά αξίζεις μετά απ' αυτή την περασιά
και τις πύρινες ευχές μας για το νέο μουσαφίρη
να 'ναι όπως θες, να την πιεις στο ποτήρι.
Το 'χεις τάμα τελικά να κυνηγάς το Μάη
να φέρνεις τα όμορφα σαν αγκαλιές λουλούδια
με το χειμώνα έχω φιλιώσει και μ' αγαπάει
που του γράφω θεοσκότεινα τραγούδια.
Πατέρας γίνομαι ξανά και πες στον κύρη
να μην ακούσω μιλιά ούτε και σκάγια
θέλω ησυχία για τον νέο μουσαφίρη
της άνοιξης το χνούδι μας, την Μάγια.