Βρήκα ένα πέρασμα στ' ακρόνειρο εκτός σεναρίου
και συμμαζεύτηκα εντός ορίου.
Πήρα τα μυστικά μου, έλυσα τα σιωπηλά μου
κι ήρθαν κοντά μου όσα μ' αφήνανε καιρό στη μοναξιά μου
να στοιχειώνω, ν' αντρώνω κι ονείρατα να πυρώνω,
να μεγαλώνω κατάρες και ευχές να πληρώνω.
Κι έτσι, χάθηκε για πάντα η βλακεία από γύρω μας,
τα σκουπίδια βγάλαμε έξω από το σπίτι μας.
Ξεβρώμισαν όλα, πήραν ανάσα μεγάλη.
Οι καθαρές φωνές υψώσαν κεφάλι.
Γίναν βροχή από λεβεντιά, αλήθεια κι αγάπη
πάνω στην ξεραμένη και σκισμένη, απάτητη λάσπη.
Μέχρι τώρα το low bap έκανε ιχνογραφία
σε μια καρικατούρα ελληνική δισκογραφία,
γελοιογραφία εσχάτου είδους κι απομίμηση
- κάλλιο αργά, το πήραμε είδηση.
Τώρα βουτάμε τα πινέλα στο δικό μας χρώμα
κι απ' τα μεσούρανα με τη μπουκιά στο στόμα.
Εμείς οι άτακτοι και χιλιοκολλημένοι
στων αρωμάτων μας τον ήχο μένουμε ταμένοι, οι καημένοι.
Γράψτε κι άλλα, πέστε κι άλλα, δείξτε κι άλλα·
απ' το πυρόσταμο που βγαίνει, δε μας λείπει στάλα.
Σας έχει κάψει το μυαλό η τρελοπαρέα από το Πέραμα
που στην άκρη του ονείρου βρήκε πέρασμα.
Βρήκαμε πέρασμα εκτός σεναρίου
και καταλάγιασε για λίγο ο θυμός μας
και ξαναφτύσαμε στα μούτρα αυτού του κόσμου του αστείου
φωτιά μέσα απ' τα σωθικά και το μικρόφωνό μας.
Βρήκαμε πέρασμα σ' ένα τόπο που δε ξέρετε,
εκεί που κρύβονται τα πιο τρελά σαλέματα.
Ψέματα αφήσαμε στον λήθαργο να χαίρεται
που έχει γλυτώσει απ' τα δικά μας τα μπερδέματα.
Μπήκα σε πέρασμα απρόοπτο εκτός σεναρίου,
σκισμένη, χάρτινη μια πόρτα σε σελίδα βιβλίου.
Κι ενώ υπνωτίστηκα στο λίκνο της πληθώρας του απείρου,
ισορρόπησα μονάχη στην άκρη του ονείρου.
Και είδα τότε μπροστά μου όσα ήταν πάντα μπροστά μου,
όσα απέφευγα ή έφευγα πριν χάσω τα μυαλά μου.
Να που τώρα, την πιο κατάλληλη ώρα,
μέσα απ' του μύθου τη χώρα κι από του ύπνου τη φόρα
"προχώρα" μου 'πε μια παρέα από την τρέλα πιο ωραία,
"πάμε, για πράγματα σπουδαία κι ακραία",
σα μια κιθάρα σπανιόλα που πάει κόντρα σ' όλα
και τη ψυχή μου σιγοντάρει· επιτέλους, ξεκόλλα
απ' τη μιζέρια σου, τη μικροσκοπική φωνή σου.
Φτιάξε το κόσμο σου ανοιχτόκαρδο και πέσε, κοιμήσου,
θυμήσου τον ίδιο δρόμο περπατήσαμε,
αλλά στο τέλος από άλλη άκρη βγήκαμε, κοίτα με,
γεννιέμαι πάλι κι αφήνομαι, ντύνομαι
τα λόγια μου και τη ζωή μου, δίνομαι
στη μουσική και μ' όσα έχω κλείνομαι κι αμύνομαι,
για όλα και για τίποτα ευθύνομαι.
Θα γίνομαι στάχτη, θα 'μαι λουλούδι κι αγκάθι.
Μέσα στ' ακρόνειρο θα βρίσκω να σου φέρνω χρυσάφι,
για να το θάβεις πιο βαθιά στο πουθενά,
μα θα στο φτιάχνω τραγούδι ξανά και ξανά.
Βρήκα ένα πέρασμα εκτός σεναρίου
κι έγραψα λόγια καινούρια να το γιορτάσω.
Ζήτησα απ' το όνειρο ν' αντέξει ως τη δύση του ηλίου
κι όταν νυχτώσει στο Πέραμα θ' αράξω.
Φτιάξαμε πέρασμα στενό κι απόμακρο
που κάνει κύκλους στο μυαλό μας πριν να φτάσει,
να ξαποστάσει για λίγο εδώ στ' ακρόνειρο
απ' της φωτιάς τη φέξη ως τη χάση
και συμμαζεύτηκα εντός ορίου.
Πήρα τα μυστικά μου, έλυσα τα σιωπηλά μου
κι ήρθαν κοντά μου όσα μ' αφήνανε καιρό στη μοναξιά μου
να στοιχειώνω, ν' αντρώνω κι ονείρατα να πυρώνω,
να μεγαλώνω κατάρες και ευχές να πληρώνω.
Κι έτσι, χάθηκε για πάντα η βλακεία από γύρω μας,
τα σκουπίδια βγάλαμε έξω από το σπίτι μας.
Ξεβρώμισαν όλα, πήραν ανάσα μεγάλη.
Οι καθαρές φωνές υψώσαν κεφάλι.
Γίναν βροχή από λεβεντιά, αλήθεια κι αγάπη
πάνω στην ξεραμένη και σκισμένη, απάτητη λάσπη.
Μέχρι τώρα το low bap έκανε ιχνογραφία
σε μια καρικατούρα ελληνική δισκογραφία,
γελοιογραφία εσχάτου είδους κι απομίμηση
- κάλλιο αργά, το πήραμε είδηση.
Τώρα βουτάμε τα πινέλα στο δικό μας χρώμα
κι απ' τα μεσούρανα με τη μπουκιά στο στόμα.
Εμείς οι άτακτοι και χιλιοκολλημένοι
στων αρωμάτων μας τον ήχο μένουμε ταμένοι, οι καημένοι.
Γράψτε κι άλλα, πέστε κι άλλα, δείξτε κι άλλα·
απ' το πυρόσταμο που βγαίνει, δε μας λείπει στάλα.
Σας έχει κάψει το μυαλό η τρελοπαρέα από το Πέραμα
που στην άκρη του ονείρου βρήκε πέρασμα.
Βρήκαμε πέρασμα εκτός σεναρίου
και καταλάγιασε για λίγο ο θυμός μας
και ξαναφτύσαμε στα μούτρα αυτού του κόσμου του αστείου
φωτιά μέσα απ' τα σωθικά και το μικρόφωνό μας.
Βρήκαμε πέρασμα σ' ένα τόπο που δε ξέρετε,
εκεί που κρύβονται τα πιο τρελά σαλέματα.
Ψέματα αφήσαμε στον λήθαργο να χαίρεται
που έχει γλυτώσει απ' τα δικά μας τα μπερδέματα.
Μπήκα σε πέρασμα απρόοπτο εκτός σεναρίου,
σκισμένη, χάρτινη μια πόρτα σε σελίδα βιβλίου.
Κι ενώ υπνωτίστηκα στο λίκνο της πληθώρας του απείρου,
ισορρόπησα μονάχη στην άκρη του ονείρου.
Και είδα τότε μπροστά μου όσα ήταν πάντα μπροστά μου,
όσα απέφευγα ή έφευγα πριν χάσω τα μυαλά μου.
Να που τώρα, την πιο κατάλληλη ώρα,
μέσα απ' του μύθου τη χώρα κι από του ύπνου τη φόρα
"προχώρα" μου 'πε μια παρέα από την τρέλα πιο ωραία,
"πάμε, για πράγματα σπουδαία κι ακραία",
σα μια κιθάρα σπανιόλα που πάει κόντρα σ' όλα
και τη ψυχή μου σιγοντάρει· επιτέλους, ξεκόλλα
απ' τη μιζέρια σου, τη μικροσκοπική φωνή σου.
Φτιάξε το κόσμο σου ανοιχτόκαρδο και πέσε, κοιμήσου,
θυμήσου τον ίδιο δρόμο περπατήσαμε,
αλλά στο τέλος από άλλη άκρη βγήκαμε, κοίτα με,
γεννιέμαι πάλι κι αφήνομαι, ντύνομαι
τα λόγια μου και τη ζωή μου, δίνομαι
στη μουσική και μ' όσα έχω κλείνομαι κι αμύνομαι,
για όλα και για τίποτα ευθύνομαι.
Θα γίνομαι στάχτη, θα 'μαι λουλούδι κι αγκάθι.
Μέσα στ' ακρόνειρο θα βρίσκω να σου φέρνω χρυσάφι,
για να το θάβεις πιο βαθιά στο πουθενά,
μα θα στο φτιάχνω τραγούδι ξανά και ξανά.
Βρήκα ένα πέρασμα εκτός σεναρίου
κι έγραψα λόγια καινούρια να το γιορτάσω.
Ζήτησα απ' το όνειρο ν' αντέξει ως τη δύση του ηλίου
κι όταν νυχτώσει στο Πέραμα θ' αράξω.
Φτιάξαμε πέρασμα στενό κι απόμακρο
που κάνει κύκλους στο μυαλό μας πριν να φτάσει,
να ξαποστάσει για λίγο εδώ στ' ακρόνειρο
απ' της φωτιάς τη φέξη ως τη χάση