Μες στη ζωή περπάτησα
κι είχα τον ήλιο προίκα.
Μόνο που φως δεν κράτησα
παρηγοριά δεν βρήκα.
Στου κόσμου την ανηφοριά
μου στήσανε καρτέρι
κι ήταν ο φίλος πυρκαγιά
ο αδερφός μαχαίρι.
Πήρα δροσιά και πότισα
τα μαραμένα στήθη
μόνο η καρδιά που ρώτησα
ποτέ δε μ' αποκρίθη.
κι είχα τον ήλιο προίκα.
Μόνο που φως δεν κράτησα
παρηγοριά δεν βρήκα.
Στου κόσμου την ανηφοριά
μου στήσανε καρτέρι
κι ήταν ο φίλος πυρκαγιά
ο αδερφός μαχαίρι.
Πήρα δροσιά και πότισα
τα μαραμένα στήθη
μόνο η καρδιά που ρώτησα
ποτέ δε μ' αποκρίθη.