Επαρχεία, καφενείο που ραγίζει
Και τραντάζεται σαν έρχεται το τρένο
Η γυναίκα φρέσκα ψάρια καθαρίζει
Και οι θαμώνες σιωπηλοί, κοιτούν τον ξένο
Χωρίς να θέλω,
Χωρίς και να μπορώ
Σ' ένα μαρμάρινο τραπέζι καρφωμένος
Λέω να μείνω
Για πάντα εδώ
Για πάντα ξένος
Έξω χάθηκε ο δρόμος στο σκοτάδι
Ένα τάβλι αγκομαχά και κάποιος βρίζει
Λες κι ο θάνατος μας έβαλε σημάδι
Ένα γυάλινο, μπλε φως μας νανουρίζει
Χωρίς να θέλω...
Η ώρα πέρασε σηκώθηκα να φύγω
Μα το πόμολο στην πόρτα κολλημένο
- Δεν ανοίγει από μέσα, κάτσε λίγο
Τώρα όλοι περιμένουμε τον ξένο
Χωρίς να θέλω,
Χωρίς και να μπορώ
Σ' ένα τραπέζι με νεκρούς ονειροπόλους,
Λέω να μείνω
Για πάντα εδώ
Ίδιος με όλους
Και τραντάζεται σαν έρχεται το τρένο
Η γυναίκα φρέσκα ψάρια καθαρίζει
Και οι θαμώνες σιωπηλοί, κοιτούν τον ξένο
Χωρίς να θέλω,
Χωρίς και να μπορώ
Σ' ένα μαρμάρινο τραπέζι καρφωμένος
Λέω να μείνω
Για πάντα εδώ
Για πάντα ξένος
Έξω χάθηκε ο δρόμος στο σκοτάδι
Ένα τάβλι αγκομαχά και κάποιος βρίζει
Λες κι ο θάνατος μας έβαλε σημάδι
Ένα γυάλινο, μπλε φως μας νανουρίζει
Χωρίς να θέλω...
Η ώρα πέρασε σηκώθηκα να φύγω
Μα το πόμολο στην πόρτα κολλημένο
- Δεν ανοίγει από μέσα, κάτσε λίγο
Τώρα όλοι περιμένουμε τον ξένο
Χωρίς να θέλω,
Χωρίς και να μπορώ
Σ' ένα τραπέζι με νεκρούς ονειροπόλους,
Λέω να μείνω
Για πάντα εδώ
Ίδιος με όλους